lupercàli
ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός
Προσφορά I.P.A.: [luperˈkali]
1 αρχαία Ρωμαὶκή γιορτή με τελετές γονιμότητας
2 γιορτή Ρωμαίων σαν το καρναβάλι
ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός
Προσφορά I.P.A.: [luperˈkali]
1 αρχαία Ρωμαὶκή γιορτή με τελετές γονιμότητας
2 γιορτή Ρωμαίων σαν το καρναβάλι
permalink
lupercali (ουσ αρσ πληθ.)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android