Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόluogotenènte
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [,lwogoteˈnɛnte] 1 υποσμηναγός 2 υποπλοίαρχος 3 αντικαταστάτης 4 υπολοχαγός 5 αντιπρόσωπος 6 πληρεξούσιος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |