Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόlacunóso
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [lakuˈnoso], [lakuˈnozo] 1 πρόχειρος 2 σκιαγραφικός 3 ατελής 4 ημιτελής 5 γεμάτος από κενά 6 ελλιπής όπου permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |