Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόiracóndo
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [iraˈkondo] 1 εξοργισμένος 2 θερμόαιμος 3 ευερέθιστος 4 αράθυμος 5 οξύθυμος 6 χολερικός 7 ευέξαπτος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |