Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinviperìto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [invipeˈrito] 1 μανιώδης 2 λυσσαλέος 3 θυμωμένος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |