Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinvelenìre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [inveleˈnire] είμαι στα μαχαίρια με κάποιον invelenìre ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [inveleˈnire] 1 καταπικραίνω 2 χολιάζω 3 δηλητηριάζω 4 πικραίνω invelenirsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [inveleˈnirsi] είμαι στα μαχαίρια με κάποιον permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |