Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόintricàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [intriˈkato] 1 σύνθετος 2 ανακατωμένος 3 μπλεγμένος 4 μπερδεμένος 5 πολύπλοκος 6 περίπλοκος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |