Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόintimidìto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [intimiˈdito] 1 τρομαγμένος 2 τρομοκρατημένος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |