Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinfluènte
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [influˈɛnte] 1 επηρεάζων 2 σημαντικός 3 σημαίνων 4 ο με επιρροή permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |