Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


infognàrsi
ρήμα μέσο αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [infoɲˈɲarsi]

1 μπήγομαι
2 χώνομαι
3 μπαίνω βαθιά μέσα


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  infoderare infolio  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

influsso (ουσ αρσ )
infocare (ρ. μτβ.)
infocarsi (ρ.μ. (αντων.))
infocato (επίθ.)
infoderare (ρ. μτβ.)
infognarsi (ρ. μ. αμτβ.)
infolio (ουσ αρσ )
infolio (επίθ.)
infoltire (ρ.αμτβ.)
infoltire (ρ. μτβ.)
infondatezza (θηλ.ουσ)
infondato (επίθ.)
infondere (ρ. μτβ.)
inforcare (ρ. μτβ.)
inforcatura (θηλ.ουσ)
informale (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
informalità (θηλ.ουσ)
informare (ρ. μτβ.)
informarsi (ρ.μ. (αντων.))
informatica (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---