Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόindùlto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [inˈdulto] 1 προσωρινή άφεση αμαρτιών 2 συγχώρεση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |