Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


impolìtico  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [impoˈlitiko]

1 ακατάλληλος
2 αντιπολιτικός
3 απολιτικός
4 ασύνετος
5 άφρονας
6 απερίσκεπτος
7 άμυαλος


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  impoetico impollinare  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

implosione (θηλ.ουσ)
implosivo (επίθ.)
implume (επίθ.)
impluvio (ουσ αρσ )
impoetico (επίθ.)
impolitico (επίθ.)
impollinare (ρ. μτβ.)
impollinazione (θηλ.ουσ)
impolpare (ρ. μτβ.)
impolparsi (ρ.μ. (αντων.))
impoltronire (ρ.αμτβ.)
impoltronire (ρ. μτβ.)
impoltronirsi (ρ.μ. (αντων.))
impolverare (ρ. μτβ.)
impolverarsi (ρ. μ. αμτβ.)
impolverato (επίθ.)
impolveratrice (θηλ.ουσ)
impolverazione (θηλ.ουσ)
impomatare (ρ. μτβ.)
impomatarsi (ρ.μ. (αντων.))

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---