Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόimpiumàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [impjuˈmare] 1 στολίζω με φτερά 2 καλύπτω με φτερά impiumarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [impjuˈmarsi] 1 αποκτώ φτερά 2 μεγαλώνουν τα φτερά μου (για πουλί) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |