Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόguardiacàccia
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [,gwardjaˈkatʧa] φύλακας επιτηρών χώρο για κυνήγι (χρησιμοποίησε καλύτερα το guardacaccia) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |