Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόgongolànte
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [gongoˈlante] 1 καταχαρούμενος 2 υπερευχαριστημένος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |