Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόgolosóne
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [goloˈsone] 1 λιχούδης 2 γαργαντούας 3 καλοφαγάς 4 κοιλιόδουλος 5 μεζεκλής permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |