Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόgiùngere
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [ˈʤunʤere] φτάνω giùngere ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [ˈʤunʤere] 1 σφίγγω 2 ενώνω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |