Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόgiavàzzo
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [ʤaˈvattso] γαγάτης (λίθος) (χρησιμοποίησε καλύτερα το giaietto) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |