Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόgenetlìaco
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ʤeneˈtliako] γενέθλια genetlìaco επίθετο Προσφορά I.P.A.: [ʤeneˈtliako] 1 ο των γενεθλίων 2 γενέθλιος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |