Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόgeneróso
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [ʤeneˈroso], [ʤeneˈrozo] απλοχέρης, γανναιόδωρος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |