Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόgeneralizzazióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ʤeneraliddzatˈtsjone] 1 γενίκευση 2 αοριστία 3 γενικότητα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |