Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόfievolménte
επίρρημα Προσφορά I.P.A.: [fjevolˈmente] 1 αμυδρώς 2 εξασθενημένα 3 αδύναμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |