Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόfàto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈfato] 1 ριζικό 2 αστρικό 3 πεπρωμένο 4 κισμέτι 5 ειμαρμένη 6 γραφτό 7 μοίρα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |