Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Èttore
κύριο όνομα αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [ˈɛttore]

1 Έκτορας
2 Έκτωρ


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ettolitro Eubea  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

ettaro (ουσ αρσ )
ette (ουσ αρσ )
etto (ουσ αρσ )
ettogrammo (ουσ αρσ )
ettolitro (ουσ αρσ )
Ettore (κύρ.όν. αρσ.)
Eubea (κύρ.όν. θηλ.)
eucalipto (ουσ αρσ )
eucaliptolo (ουσ αρσ )
eucarestia (θηλ.ουσ)
eucaristia (θηλ.ουσ)
eucaristico (επίθ.)
Euclide (κύρ.όν. αρσ.)
euclideo (επίθ.)
eudemonia (θηλ.ουσ)
eudemonismo (ουσ αρσ )
eudemonista (ουσ αρσ και θηλ.)
eudemonistico (επίθ.)
eudiometria (θηλ.ουσ)
eudiometro (ουσ αρσ )

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---