Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόestróso
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [esˈtroso], [esˈtrozo] 1 εκκεντρικός 2 καπριτσιόζικος 3 κακόκεφος 4 ευμετάβλητος 5 ναζιάρης 6 καπριτσιόζος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |