Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόestrométtere
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [estroˈmettere] 1 διώχνω 2 απομακρύνω 3 εκδιώκω 4 εκβάλλω 5 αποδιώχνω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |