Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόesteriorménte
επίρρημα Προσφορά I.P.A.: [esterjorˈmente] 1 επιφανειακά 2 προς τα έξω 3 εξωτερικά permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |