Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόessudazióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [essudatˈtsjone] 1 εξίδρωση 2 έκχυση 3 έκκριση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |