Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόesauriènte
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [ezawˈrjɛnte] 1 εξαντλητικός 2 εξονυχιστικός 3 εκτενής 4 εκτεταμένος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |