Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdivisionìsta
αρσενικό και θηλ επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [divizjoˈnista] 1 ζωγράφος που ζωγραφίζει με σημεία 2 πουαντιλιστής permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |