Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdivisióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [diviˈzjone] 1 matematica η διαίρεση 2 (dei beni) η διανομή 3 militare η μεραρχία 4 medicina το τμήμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |