Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdivaricàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [divariˈkare] 1 ανοίγω διάπλατα 2 διασπείρω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |