Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdisponìbile
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [dispoˈnibile] 1 απορριπτέο τμήμα 2 τμήμα ιδιοκτησίας την οποία ο διαθέτης μπορεί να διαθέσει όπως θέλει disponìbile επίθετο Προσφορά I.P.A.: [dispoˈnibile] διαθέσιμος (-η, -ο) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |