Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdilavàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [dilaˈvare] 1 ξεβγάζω με καθαρό νερό 2 ξεπλύνω 3 ξεπλένω 4 ξεβγάζω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |