Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


dettagliànte  
αρσενικό και θηλ επίθετο και ουσιαστικό

Προσφορά I.P.A.: [dettaʎˈʎante]

1 μικροπωλητής
2 έμπορος λιανικής
3 λιανοπωλητής


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  detronizzazione dettagliare  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

detrimento (ουσ αρσ )
detritico (επίθ.)
detrito (ουσ αρσ )
detronizzare (ρ. μτβ.)
detronizzazione (θηλ.ουσ)
dettagliante (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
dettagliare (ρ. μτβ.)
dettagliatamente (επίρ.)
dettagliato (επίθ.)
dettaglio (ουσ αρσ )
dettame (ουσ αρσ )
dettare (ρ. μτβ.)
dettato (ουσ αρσ )
dettatura (θηλ.ουσ)
detto (ουσ αρσ )
detto (επίθ.)
detumescenza (θηλ.ουσ)
deturpamento (ουσ αρσ )
deturpare (ρ. μτβ.)
deturpatore (ουσ αρσ )

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---