Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


deturpàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [deturˈpare]

1 λερώνω
2 μολύνω
3 χαλώ
4 ρυπαίνω
5 ασχημίζω
6 παραμορφώνω
7 καθιστώ δύσμορφο


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  deturpamento deturpatore  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

dettatura (θηλ.ουσ)
detto (ουσ αρσ )
detto (επίθ.)
detumescenza (θηλ.ουσ)
deturpamento (ουσ αρσ )
deturpare (ρ. μτβ.)
deturpatore (ουσ αρσ )
deturpazione (θηλ.ουσ)
deumidificare (ρ. μτβ.)
deumidificazione (θηλ.ουσ)
deuteragonista (ουσ αρσ και θηλ.)
deuterio (ουσ αρσ )
deuteronomio (ουσ αρσ )
deutone (ουσ αρσ )
deutoplasma (ουσ αρσ )
devalutazione (θηλ.ουσ)
devastare (ρ. μτβ.)
devastato (επίθ.)
devastatore (ουσ αρσ )
devastatore (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---