Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


detestàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [detesˈtare]

απεχθάνομαι

detestarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [detesˈtarsi]

μισούμαι με κάποιον


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  detestabile detestazione  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

deterrente (επίθ.)
detersione (θηλ.ουσ)
detersivo (ουσ αρσ )
detersivo (επίθ.)
detestabile (επίθ.)
detestare (ρ. μτβ.)
detestarsi (ρ.μ. (αντων.))
detestazione (θηλ.ουσ)
detonante (ουσ αρσ )
detonante (επίθ.)
detonare (ρ.αμτβ.)
detonatore (ουσ αρσ )
detonazione (θηλ.ουσ)
detrarre (ρ. μτβ.)
detratto (επίθ.)
detrattore (ουσ αρσ )
detrazione (θηλ.ουσ)
detrimento (ουσ αρσ )
detritico (επίθ.)
detrito (ουσ αρσ )

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---