Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdestreggiaménto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [destredʤaˈmento] 1 χρήση πόρων για επιτυχία στόχου 2 ικανότητα διοίκησης 3 μανουβράρισμα 4 διαχείριση 5 διεύθυνση 6 διοίκηση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |