Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcucciàre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [kutˈʧare] 1 κουλουριάζω 2 ξαπλώνω cucciarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [kutˈʧarsi] 1 ξαπλώνομαι 2 κουλουριάζομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |