Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcucchiaióne
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [kukkjaˈjone] 1 όργανο σε σχήμα κουτάλας 2 κουτάλα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |