Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcrucciàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [krutˈʧare] 1 στενοχωρώ 2 βασανίζω 3 εκνευρίζω crucciàrsi ρήμα μέσο αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [krutˈʧarsi] 1 ερεθίζομαι 2 ανησυχώ 3 στενοχωρούμαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |