Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcòtta
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈkɔtta] ο κεραυνοβόλος έρωτας permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαprendersi una cotta per qualcuno = ερωτεύομαι τρελλά Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |