Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcontrazióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [kontratˈtsjone] 1 κατάπτωση 2 παρακμή 3 μείωση 4 περιστολή 5 ελάττωση 6 εξασθένιση 7 σύσπαση 8 συστολή 9 ύφεση εμπορικής επιχείρησης 10 πτώση 11 συρρίκνωση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |