contribùto
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [kontriˈbuto]
1 παρατηρήσεις
2 σημειώσεις
3 εισφορά στα δημόσια έξοδα
4 μειώσεις στις εργατικές εισφορές
5 εισφορές του εργοδότη
6 συνεισφορά
7 συμβολή
8 εισφορά
9 συλλογή εισφοράς
10 φορολόγηση
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [kontriˈbuto]
1 παρατηρήσεις
2 σημειώσεις
3 εισφορά στα δημόσια έξοδα
4 μειώσεις στις εργατικές εισφορές
5 εισφορές του εργοδότη
6 συνεισφορά
7 συμβολή
8 εισφορά
9 συλλογή εισφοράς
10 φορολόγηση
permalink
contributo (ουσ αρσ )

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android