Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόconfìno
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [konˈfino] 1 τόπος εκτόπισης 2 εξορία 3 εκτόπιση (πολιτική) 4 εγκλεισμός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |