Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


configurazióne  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [konfiguratˈtsjone]

1 σχέδιο δράσης
2 περίγραμμα
3 τελική τοποθέτηση στοιχειοθέτησης
4 σχέδιο
5 διαμόρφωση
6 σχηματισμός
7 φόρμα
8 σχήμα


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  configurarsi confinante  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

confidenziale (επίθ.)
confidenzialmente (επίρ.)
configgere (ρ. μτβ.)
configurare (ρ. μτβ.)
configurarsi (ρ. μ. αμτβ.)
configurazione (θηλ.ουσ)
confinante (ουσ αρσ και θηλ.)
confinante (επίθ.)
confinare (ρ.αμτβ.)
confinare (ρ. μτβ.)
confinarsi (ρ. μ. αμτβ.)
confinario (επίθ.)
confinato (ουσ αρσ )
confinato (επίθ.)
Confindustria (ακρ.)
confindustriale (επίθ.)
confine (ουσ αρσ )
confino (ουσ αρσ )
confisca (θηλ.ουσ)
confiscabile (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---