Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόconficcàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [konfikˈkare] καρφώνω conficcarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [konfikˈkarsi] 1 σφηνώνομαι 2 καρφώνομαι 3 κολλώ permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |