Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόconcistòro
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [konʧisˈtɔro] 1 εκκλησιαστικό συμβούλιο 2 σύνοδος εκκλησιαστική 3 συμβούλιο 4 σύνοδος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |