Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcombattènte
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [kombatˈtɛnte] 1 αγωνιστής 2 άντρας υπηρετών στις ένοπλες δυνάμεις 3 μαχητής 4 πολεμιστής combattènte επίθετο Προσφορά I.P.A.: [kombatˈtɛnte] 1 μαχόμενος 2 μάχιμος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |