Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόchìcchera
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈkikkera] 1 βεντούζα 2 φλιτζάνι 3 κύπελλο 4 κούπα 5 τσάσκα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |